Κύνθιος

Κύνθιος
Κύ̱νθιος , Κύνθος
masc/fem nom sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • κύνθιος — κύνθιος, ία, ον, θηλ. και κυνθιάς, άδος (Α) [Κύνθος] 1. αυτός που προέρχεται από τον Κύνθο, όρος τής νήσου Δήλου 2. (το αρσ. ως κύριο όν.) ὁ Κύνθιος α) προσωνυμία τού Απόλλωνος β) προσωνυμία τού Διός στη Δήλο 3. (το θηλ. ως κύριο όν.) ἡ Κυνθία α) …   Dictionary of Greek

  • Κύνθιος και Κύνθια — Προσωνυμία θεών κατά την αρχαιότητα. Προέρχεται ετυμολογικά από τον λόφο Κύνθο της Δήλου, όπου βρίσκονταν ναοί αφιερωμένοι σε αυτούς. Το αρσενικό όνομα προσδιόριζε στη Δήλο τον Δία, ο οποίος συλλατρευόταν με την Αθηνά. Στο ιερό τους έχουν βρεθεί… …   Dictionary of Greek

  • Apollo — This article is about the Greek and Roman god. For other uses, see Apollo (disambiguation) and Phoebus (disambiguation). Not to be confused with Phobos (mythology). Apollo …   Wikipedia

  • АПОЛЛОН —    • Apollo,          Άπόλλων, сын Зевса и Лето (Латоны), дочери титана Койя. Hesiod. theog. 918. Ноm. Il. 1, 21, 36. У Гомера и Гесиода не указывается место рождения А.; а по гимну к А. Делосскому, он родился на острове Делос у подошвы горы… …   Реальный словарь классических древностей

  • Cynthivs — CYNTHIVS, i, Gr. Κύνθιος, ου, eben ein so gemeiner Beynamen des Apollo, Horat. lib. I. Od. 21. v. 2. welchen er ebenfalls von dem Berge Cynthus in der Insel Delos bekommen, an oder auf welchem er, mit der Diana zugleich, von der Latona gebohren… …   Gründliches mythologisches Lexikon

  • κυνθία — κυνθία, ἡ (Α) βλ. κύνθιος …   Dictionary of Greek

  • Κομέντια ντελ’ άρτε — (Commedia dell’ arte). Πολυσύνθετο θεατρικό φαινόμενο ιταλικής προέλευσης, του οποίου η γέννηση χρονολογείται περίπου στα μέσα του 16ου αι. Χαρακτηρίζεται από την έλλειψη καθαυτό θεατρικού κειμένου, το οποίο αντικαθίσταται από μια υπόθεση με πολύ …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”